Τις τελευταίες δύο δεκαετίες υπήρξε σημαντική αύξηση στην υιοθέτηση της θεραπευτικής τεχνολογίας του διαβήτη μεταξύ παιδιών, εφήβων και νεότερων ενηλίκων με διαβήτη τύπου 1 ενώ η χρήση της υποστηρίζεται πλέον και για άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Η τεχνολογία για τους ηλικιωμένους περιλαμβάνει συστήματα ασύρματης συνεχούς παρακολούθησης γλυκόζης, συστήματα με αντλίες ινσουλίνης σε συνδυασμό με ασύρματη συνεχή καταγραφή της γλυκόζης, αυτοματοποιημένα συστήματα χορήγησης ινσουλίνης και έξυπνα ασύρματα συνδεδεμένα στυλό (πένες) ινσουλίνης
Η ετερογένεια που χαρακτηρίζει αυτή την ομάδα ατόμων αλλά και η ικανότητά τους να χρησιμοποιούν την τεχνολογία του διαβήτη αποτελεί βασικό παράγοντα για την έντονη μεταβλητότητα της γλυκόζης που παρατηρείται, που συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο υπογλυκαιμίας, συνοδευόμενη με αυξημένες επιπτώσεις και πιθανή επιδείνωση αρκετών συνοσηροτήτων ( καρδιαγγειακά-νεφρικά προβλήματα, άνοια, κινητικά προβλήματα κλπ.).
Η υπογλυκαιμία σε αυτή την ομάδα ανθρώπων είναι από μόνη της παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακά συμβάματα (πχ αιφνίδιος θάνατος, έμφραγμα μυοκαρδίου, κλπ.), επιδείνωση γνωστικής λειτουργίας και άνοιας, επιδείνωση καρδιακής και νεφρικής λειτουργίας.
Η υπογλυκαιμία συχνά εκδηλώνεται με άτυπα συμπτώματα, μιμούμενη νευρολογικές παθήσεις, με αποπροσανατολισμό ή ξαφνικές αλλαγές συμπεριφοράς και είναι μία από τις πιο συχνές αιτίες πτώσεων, καταγμάτων, καρδιακών αρρυθμιών και επειγόντων περιστατικών στα νοσοκομεία. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το ποσοστό των ετήσιων νοσηλειών λόγω υπογλυκαιμίας σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας εκτιμάται ότι είναι διπλάσιο από αυτό για τα νεότερα άτομα και αυτό συνεπάγεται οικονομική επιβάρυνση για τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης.
Υπογλυκαιμία, Υψηλά σάκχαρα και η σημασία της σωματικής άσκησης στην 3η και 4η ηλικία;
Η σωματική άσκηση είναι ίσως από τους πιο σημαντικούς παράγοντες ευγηρίας και μακροζωίας. Διατηρεί την φυσική κατάσταση, βελτιώνει το ανοσοποιητικό, χαρίζει ευεξία, προστατεύει από τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, μειώνει την απώλεια μυϊκής μάζας, ελαχιστοποιώντας όλα τα προβλήματα της γήρανσης.
Ωστόσο ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας, ιδίως η υποτροπιάζουσα, αναδύεται ως ανασταλτικός παράγοντας, που επιπλέον αυξάνει τον κίνδυνο για γηριατρικά σύνδρομα (ιδιαίτερα για γνωστική εξασθένηση και κατάθλιψη) και φαίνεται να σχετίζεται με σημαντική νοσηρότητα, σωματική αδυναμία (σαρκοπενία) και αναπηρία. Η σχέση μεταξύ υπογλυκαιμίας και γνωστικής εξασθένησης είναι καλά τεκμηριωμένη και αμφίδρομη. Με τη σειρά της, η γνωστική εξασθένηση σε ηλικιωμένους με διαβήτη συνδέεται συνήθως με μειωμένη επίγνωση της υπογλυκαιμίας και της διαχείρισης της.
Σε μια πληθυσμιακή προοπτική μελέτη 783 ηλικιωμένων ατόμων με διαβήτη, κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης 12 ετών, τα άτομα που εμφάνισαν τουλάχιστον ένα σοβαρό επεισόδιο υπογλυκαιμίας είχαν διπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν άνοια και τα άτομα που ανέπτυξαν άνοια είχαν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να έχουν ένα επακόλουθο σοβαρό επεισόδιο υπογλυκαιμίας.
Η υπογλυκαιμία επηρεάζει επίσης την ποιότητα ζωής των ηλικιωμένων. Τα άτομα που βιώνουν συχνό φόβο υπογλυκαιμίας τείνουν να αποφεύγουν δραστηριότητες όπως η σωματική άσκηση και αυτό οδηγεί σε ένα φαύλο κύκλο, επιδεινώνοντας το αίσθημα άγχους και την κοινωνική απομόνωση. Η ελαχιστοποίηση του κινδύνου και του φόβου της υπογλυκαιμίας είναι επομένως βασικός στόχος στη διαχείριση του διαβήτη στους ηλικιωμένους, προκειμένου να βελτιωθούν τα αποτελέσματα που σχετίζονται με την υγεία και η ποιότητα ζωής.
Από την άλλη και η κακή ρύθμιση με υψηλές τιμές σακχάρου στο αίμα έχει παραπλήσιες αρνητικές επιδράσεις τόσο στην αντιμετώπιση των συνοσηροτήτων όσο και στην ποιότητα και το προσδόκιμο της ζωής αυτής της ομάδας ατόμων με Διαβήτη. Η κακή ρύθμιση αποδεδειγμένα αυξάνει όλες τις μακροχρόνιες επιπλοκές του Διαβήτη ( νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου, αμφιβληστροειδοπάθεια, διαβητικό πόδι-ακρωτηριασμοί κλπ.)
.
Πολλά υποσχόμενες νεότερες τεχνολογίες συνεχούς ασύρματης καταγραφής (CGM-FGM) που πιθανά θα υποκαταστήσουν την κλασσική αυτομέτρηση με την δακτυλοκέντηση αλλά και την θεραπεία πολλαπλών ενέσεων ινσουλίνης, με ολοκληρωμένα συστήματα- αντλίες συνεχούς έγχυσης με χρήση τεχνητής νοημοσύνης (τεχνητό πάγκρεας με χρήση AID: Αυτοματοποιημένη παροχή ινσουλίνης συνδεδεμένη με CGM-FGM για ρύθμιση με συνεχή παρακολούθηση της γλυκόζης), έξυπνη πένα ινσουλίνης συνδεδεμένη με αισθητήρα.
Συνιστάται εξατομικευμένη υιοθέτηση τακτικών μετρήσεων του σακχάρου παραδοσιακά με συστηματική δακτυλοκέντηση (αυτομέτρηση, BGM), αλλά πιο αποτελεσματικά με τις νεότερες τεχνολογίες δηλαδή με την χρήση συσκευών ασύρματης συνεχούς καταγραφής (CGM), είτε ακόμη ρύθμιση με την χρήση συστημάτων αντλιών ινσουλίνης και συστημάτων τύπου τεχνητού παγκρέατος (AID) και τελευταία στις ΗΠΑ με την έγκριση για χρήση της έξυπνης πένας αυτόματης έγχυσης ινσουλίνης. Είναι η πιο λογική στρατηγική για τη βελτίωση της γλυκαιμικής ρύθμισης και τη μείωση του κινδύνου υπογλυκαιμίας και υπεργλυκαιμίας σε αυτήν την ομάδα, η οποία, με τη σειρά της, θα μπορούσε να βελτιώσει τη σωματική και γνωστική λειτουργία και την ποιότητα ζωής
Για την καλή ρύθμιση απαιτείται εκπαίδευση για την αξιολόγηση και την θεραπευτική αντιμετώπιση των αποτελεσμάτων και φυσικά τακτική επικοινωνία με την θεραπευτική ομάδα
Ενώ η τεχνολογία υπόσχεται να βελτιώσει τη ζωή των ηλικιωμένων, είναι σημαντικό να έχουμε επίγνωση των περιορισμών και των πιθανών παγίδων της. Ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως η προχωρημένη ηλικία, ο περιορισμένος χειρισμός της ψηφιακής τεχνολογίας, η γνωστική εξασθένηση και οι σωματικές αναπηρίες, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή τεχνολογικών λύσεων για άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Επιπλέον, παράγοντες όπως οι ανησυχίες για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, η απροθυμία υιοθέτησης νέων τεχνολογιών και η ανάγκη για εξατομικευμένη υποστήριξη και κατάρτιση θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη κατά τον σχεδιασμό τεχνολογικών παρεμβάσεων για αυτόν τον πληθυσμό. Απαιτείται συχνά εκπαίδευση του οικογενειακού περιβάλλοντος ή επιλογή θεραπείας που ελαχιστοποιεί ιδίως τον κίνδυνο υπογλυκαιμίας σε αυτές τις ομάδες.
Δεν αρκεί η γνώση των τιμών της γλυκόζης χρειάζεται να μπορούν να τροποποιούν τις δόσεις της ινσουλίνης, να γνωρίζουν πως να αντιμετωπίσουν μια υπογλυκαιμία (τιμές σακχάρου, μικρότερες από 70mg/dl) ή να χρησιμοποιούν την γευματική ταχείας δράσης ινσουλίνης για να διορθώσουν τιμές σακχάρου μεγαλύτερες του 200mg/dl .
Ηλικιωμένοι με Διαβήτη ινσουλινοθεραπευόμενο και νεότερες τεχνολογίες Επίλογος
Η εφαρμογή της τεχνολογίας θα πρέπει να εξετάζεται μετά από προσεκτική και ολοκληρωμένη αξιολόγηση κάθε ατόμου. Οι θεραπευτικοί στόχοι (αυστηρή η λίγο πιο χαλαρή… ρύθμιση) θα πρέπει να αποφασίζονται εξετάζοντας πολλαπλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένου του κοινωνικού πλαισίου και του περιβάλλοντος διαβίωσης. Θα πρέπει να παρέχεται κατάρτιση και εκπαίδευση στα μέλη της οικογένειας και στους φροντιστές ευπαθών ηλικιωμένων με αναπηρία για την υποστήριξη της χρήσης της τεχνολογίας του διαβήτη.
Οι ηλικιωμένοι με διαβήτη είναι πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση υπογλυκαιμίας λόγω πολυάριθμων προδιαθεσικών παραγόντων όπως, συνοσηρότητες και πολυφαρμακοθεραπεία κ διατρέχοντας μεγαλύτερο κίνδυνο υπογλυκαιμικών επεισοδίων που απαιτούν βοήθεια από τρίτους, καθώς και άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η πρόληψη της υπογλυκαιμίας και ο μετριασμός των αποκλίσεων της γλυκόζης μπορεί να έχουν σημαντικές θετικές επιπτώσεις στη σωματική και γνωστική λειτουργία και τη γενική ευεξία και μπορεί ακόμη και να αποτρέψουν ή να βελτιώσουν την αδυναμία.
Κλινικές δοκιμές και πραγματικές μελέτες έχουν δείξει ότι οι ηλικιωμένοι με διαβήτη επωφελούνται από την τεχνολογία όσον αφορά τη διαχείριση της γλυκόζης, τη μείωση των υπογλυκαιμικών επεισοδίων, την προσέλευση στο τμήμα επειγόντων περιστατικών και τις εισαγωγές στο νοσοκομείο και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Ωστόσο, η ίδια η γήρανση μπορεί να επιφέρει σωματικές- νοητικές βλάβες και άλλες ιδιαιτερότητες που εμποδίζουν τη χρήση της τεχνολογίας.
Το κόστος χρήσης και κοινωνική πολιτική για την ασφαλιστική κάλυψη αυτού του κόστους, αποτελούν δυστυχώς ακόμη ένα επιπλέον ανασταλτικό παράγοντα στην πιο ευρεία χρήση τους.
Οι ηλικιωμένοι με Διαβήτη που μπορούν να επωφεληθούν από την νέα τεχνολογία πρέπει να επιλέγονται σωστά και να υιοθετείται μια εξατομικευμένη προσέγγιση στην εκπαίδευση και την παρακολούθηση των ίδιων ή και των φροντιστών τους. Αναγνωρίζοντας αυτές τις προκλήσεις και ενσωματώνοντας τις κατάλληλες προειδοποιήσεις, οι προγραμματιστές τεχνολογίας και οι επαγγελματίες υγείας οφείλουν να διασφαλίσουν ότι η τεχνολογία χρησιμοποιείται αποτελεσματικά για την υποστήριξη των ηλικιωμένων, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τους πιθανούς κινδύνους και μειονεκτήματα.